Ο άπειρος:
-Δε μου λές; Πήγες με τη Βάσω;
-Απα πά. Τι είναι αυτά που λές. Όποιος σου τα είπε θέλει το κακό μας. Αν σου πεί οτι με είδανε να ξέρεις δεν είμουνα εγώ.
-Καλά μην συνεχίζεις. Κατάλαβα.
Ο έμπειρος:
-Δε μου λές; Πήγες με τη Βάσω;
-Ούτε με τη Μαρία, ούτε με την Κική, ούτε με τη Ιωάννα.
-Εγώ σε ρωτάω, πήγες με τη Βάσω;
-Κι εγώ σου απαντάω: Ούτε με τη Χριστίνα ούτε με τη Θάλεια, ούτε με τη Δέσποινα, σταμάτα την κουβέντα και βάλε να φάμε.
-Καλά βρε αγάπη μου, μην κάνεις έτσι, μια ερώτηση έκανα.
Ηθικό (ηθικότατο) δίδαγμα: ο Διάβολος δεν ξέρει όσα ξέρει επειδή είναι διάβολος, αλλά επειδή είναι
μεγάλος και έμπειρος.
μεγάλος και έμπειρος.
Και ένα ανέκδοτο για να βεβαιωθείτε οτι έτσι γίνεται.
Γυρνάει ο τύπος στις 3 τα ξημερώματα, ντίρλα, ξερνώντας, κοπανάει το κρεβάτι προσπαθώντας να βγάλει ενα παπούτσι, ξυπνάει η γυναίκα του, κι αυτός πέφτει ξερός στο πάτωμα.
Ξυπνάει την άλλη μέρα, σε δροσερά σεντόνια και βρίσκει ενα σημείωμα στο μαξιλάρι της γυναίκας του, που έγραφε: "Αγαπούλα μου καλημέρα. Σηκώθηκα λίγο νωρίτερα και πρίν φύγω για τη δουλειά, σου έφτιαξα τηγανίτες που σου αρέσουν. (Τίς έχω στον ατμό για να τις βρείς ζεστές.) Για το μεσημέρι, επειδή δεν ήθελα να σε ξυπνήσω για να σε ρωτήσω τι θέλεις να φάς, θα φέρω κινέζικο όπως γυρνάω απο τη δουλειά. Σ' αγαπώ πολύ, φιλάκια, η γυναικούλα σου".
Πάει στην κουζίνα, οπου βρίσκει το 12χρονο γιό του. Τον ρωτάει τι έγινε παιδί μου; Ξέρεις τίποτα; Τι να ξέρω καλέ μπαμπά, χτές το βράδυ την ώρα που γύρισες, έκανες φασαρία και ξυπνήσαμε όλοι. Ξέρναγες και έγινες χάλια και η μαμά πήγε να σε αλλάξει, αλλά εσύ την ώρα που πήγε να σου βγάλει το παντελόνι, δεν την άφηνες και φώναζες: "Σας παρακαλώ κυρία μου, αφήστε με ήσυχο. Εγώ είμαι παντρεμένος και δεν απατάω τη γυναίκα μου".
Ξυπνάει την άλλη μέρα, σε δροσερά σεντόνια και βρίσκει ενα σημείωμα στο μαξιλάρι της γυναίκας του, που έγραφε: "Αγαπούλα μου καλημέρα. Σηκώθηκα λίγο νωρίτερα και πρίν φύγω για τη δουλειά, σου έφτιαξα τηγανίτες που σου αρέσουν. (Τίς έχω στον ατμό για να τις βρείς ζεστές.) Για το μεσημέρι, επειδή δεν ήθελα να σε ξυπνήσω για να σε ρωτήσω τι θέλεις να φάς, θα φέρω κινέζικο όπως γυρνάω απο τη δουλειά. Σ' αγαπώ πολύ, φιλάκια, η γυναικούλα σου".
Πάει στην κουζίνα, οπου βρίσκει το 12χρονο γιό του. Τον ρωτάει τι έγινε παιδί μου; Ξέρεις τίποτα; Τι να ξέρω καλέ μπαμπά, χτές το βράδυ την ώρα που γύρισες, έκανες φασαρία και ξυπνήσαμε όλοι. Ξέρναγες και έγινες χάλια και η μαμά πήγε να σε αλλάξει, αλλά εσύ την ώρα που πήγε να σου βγάλει το παντελόνι, δεν την άφηνες και φώναζες: "Σας παρακαλώ κυρία μου, αφήστε με ήσυχο. Εγώ είμαι παντρεμένος και δεν απατάω τη γυναίκα μου".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου